Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Αισθηματα


Εντονα αισθηματα
Τότε τελειωνει το μελάνι
Τότε παυει η λογική
Η καρδια υπαγορευει τις πραξεις
Και το σωμα ακολουθει
Ακόμα και οι θεοι κανουν αστεία
Ακόμα και εκεινοι γελανε και σοκαροντε με τις πραξεις μας
Εμεις το καταλαβαινουμε αργα
Οταν τα συναισθηματα αμβλυνονται
Και η λογικη ξαναρχεται στο προσκηνιο
Τα εντονα αισθηματα τότε επιστρεφουν
Και έτσι ξαναρχιζει ο αέναος κυκλος της ζωης...

Σκιά

Σκιά
Αυτό βλέπει στον καθρέφτη
Μια σκιά του παλιού της εαυτού
Ένα φάντασμα
Αυτό είχε γίνει
Ένα φάντασμα πόνου 
Μετά από τόσο καιρό ακόμα την κατείχε ο φόβος
Ο φόβος για το άγνωστο
Ο φόβος για μια ήσυχη ζωή
Φόβος και απελπισία
Ήξερε ότι ποτέ δεν θα μπορούσε να το νικήσει
Ότι έπρεπε να μάθει να ζει μαζί του
Να ζει κάθε στιγμή και να φοβάται για την ζωή της
Μια ζωή που δεν ήταν ευτυχισμένη 
Μια ζωή που ήταν σαν τον Χειμώνα
Όμως μετά το Χειμώνα πάντα έρχεται η Άνοιξη
Η δική της Άνοιξη δεν είχε έρθει ποτέ 
Μόνο περιστασιακά έβγαινε ο ήλιος 
Κλεμμένες ηλιαχτίδες
Κλεμμένες στιγμές χαράς
Και έπειτα ο πόνος
Ο φίλος της 
Ο σύντροφος της
Και κατά βάση
Ο εχθρός της 
Έπειτα ξανακοίταξε τον καθρέφτη
Η σκιά ήταν εκεί
Η σκιά δεν θα φύγει ποτέ

Μόλις Πέντε Χρονών

Γέρασε, Νωρίς
Πολύ νωρίς
Στην ημέρα των γενεθλίων του
Στην ημέρα του θανάτου του
Ξέρει, Ξέρει τι θα γίνει
Ξέρει ότι θα το συνθλίψουν
Και ας μην ξέρει τι σημαίνει αυτό
Όμως ξέρει ότι έζησε συν θλίψουν
Και ας είναι μόλις πέντε χρονών
Θα φύγει 
Ήρθε η ώρα
Κανείς δεν θα το σώσει
Κανείς δεν μπορεί να κάνει κάτι
Κανείς δεν έχει ζήσει παραπάνω
Όλοι τότε φύγανε
Ποτέ κανένας τους δεν έμαθε να γράφει
Ποτέ, Ποτέ δεν έμεινε πίσω το όνομα κανενός
Μόνο ουρλιαχτά 
Και πόνος 
Πολύς Πόνος 
Φεύγει και εκείνο με την σειρά του τώρα
Φεύγει
Και ας είναι μόλις πέντε χρονών

Ταινία μιας άλλης ζωής

Χρόνια
Χρόνια είχε να αισθανθεί έτσι
Χρόνια είχε να βρεθεί στο ίδιο σημείο 
Το ένιωθε
Σαν ένα κομμάτι
Ένα κομμάτι από ο μπαούλο του ονείρου
Που ξανάρθε στο φως
Και ήρθε και ένωσε τις παλιές
Με τις καινούργιες εικόνες
Και εκείνη ήταν στο ίδιο σημείο τότε
Τότε
Λίγο πριν το τέλος
Όταν ήταν χαρούμενη
Και δεν είχαν γίνει όλα αυτά 
Αυτά που της είχαν αλλάξει τη ζωή
Αυτά που την έκαναν να παλεύει
Με τους αόρατες δαίμονες της
Όλα αυτά τα χρόνια
Αυτά που την είχαν φθείρει ψυχικά
Όλον αυτόν τον καιρό
Όμως οι εικόνες ερχόντουσαν στα μάτια της 
Χωρίς να το θέλει
Σαν ταινία 
Σαν ταινία μιας άλλης εποχής
Το άδειο προαύλιο μπροστά της 
Ήταν γεμάτο από παιδιά
Παιδιά που ζούσαν
Παιδιά που ήταν ευτυχισμένα
Όχι σαν τώρα
Τώρα δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα
Δεν προλάβαινε να κάνει τίποτε
Μεγάλωσε
Νωρίς
Στα δεκαέξι της
Το γέλιο είχε σταματήσει στα δέκα της
Από τότε πάλευε να επιβιώσει
Κανείς δεν το ήξερε
Μόνο εκείνη
Όλοι είχαν φύγει και την είχαν εγκαταλείψει
Και έτσι εμφανίζει πια
Το παιδί που κρύβει μέσα της ευχεριακά
Όμως αυτό που της έλειπε δεν ήταν οι φίλοι της
Οι φίλοι της που είχαν μεγαλώσει
Όχι
Ήταν το γέλιο
Το γέλιο που έβγαινε από την ψυχή
Το γέλιο που υπήρχε σαν ανάμνηση
Το γέλιο που από καιρό είχε χαθεί
Τώρα η ενηλικίωση της χτύπαγε την πόρτα
Θέλοντας να δηλώσει το στίγμα της
Ενώ εκείνη καθόταν εκεί
Βλέποντας μέσα από το αόρατο παράθυρο
Έναν δικό της ξεχασμένο κόσμο
Αναμνήσεις μιας άλλης ζωής
Ενώ ένα δάκρυ έφυγε δειλά 
Από την άκρη του ματιού της 
Σχηματίζοντας ένα λεπτό ρυάκι
Το ρυάκι της απελευθέρωσης

Φωτιά και Πάγος

Φωτιά και πάγος
Τα παιδιά των δυο πλευρών
Τα παιδιά του φωτός και του σκοταδιού
Το αγόρι της φωτιάς και το κορίτσι του πάγου
Αιώνιοι Εχθροί
Αιώνιοι Μαχητές
Στο πέρασμα τους χαλάσματα
Στο πέρασμα τους καταστροφές
Αιώνιοι Εχθροί
Αιώνιοι Μαχητές
Αιώνια Ερωτευμένοι
Μετά από αιώνες η καρδιά του κοριτσιού είχε αρχίσει να λιώνει από την φωτιά 
Η καλοσύνη εισχωρεί βεβιασμένα μέσα της
Τα κομματάκια της παγωμένης της καρδιάς σπάνε και γίνονται θρύψαλα 
Το αγόρι ποτέ δεν θα παραβίαζε τους νόμους.
Το φως δεν γίνεται να γίνει ένα με το σκότος ούτε το αντίστροφο.
Αν ερωτευόντουσαν δεν θα υπήρχε η ταξική ισορροπία
Θα ερχόταν η καταστροφή του κόσμου.
Έτσι παραμένουν
Αιώνιοι Εχθροί
Αιώνιοι Μαχητές
Αιώνια Ερωτευμένοι
Και όμως τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει

Να με θυμάσαι

Ακόμα δεν καταλάβαινε πως μπορούσε και έγραφε στο τετράδιο της
Δεν είχε ιδέα πως τα άϋλα δάκτυλα της κρατούσαν την μαύρη πένα
Την πένα που τώρα κύλαγε πάνω στο χαρτί και το χαράκωνε αφήνοντας το ανεξίτηλο στίγμα της
Ίσως να της είχε μείνει σαν τελευταία της επιθυμία 
Ίσως γι’αυτό να μην έφευγε
Ίσως αν και είχε πεθάνει γι’αυτόν τον λόγο να ήταν εκεί
Είχε πεθάνει
Έτσι ξαφνικά
Καρδιακή προσβολή, είπαν οι γιατροί
Μέσα στον ύπνο της
Από την στεναχώρια της
Οι γείτονες αναρωτιόντουσαν πως κράτησε τόσο πολύ
Άλλοι είπαν ότι ήταν κρίμα που πέθανε τόσο νέα
Η καλύτερη της φίλη είχε πεθάνει πριν από ένα χρόνο
Είχε καρκίνο
Ήταν φίλες από τότε που ήταν στην κούνια
Η μια ήταν καρκινοπαθείς και η άλλη καρδιοπαθείς
Πέρσι ο όγκος της μεγάλωσε απρόσμενα και έτσι πέθανε
Πέθανε σε ένα από τα κρεβάτια του γειτονικού νοσοκομείου
Εκείνη έπεσε σε κατάθλιψη
Ένας φίλος της που την νοιαζόταν αποφάσισε να την προσέχει καθημερινά και να μην της λείψει τίποτα
Την είχε πάρει σπίτι του και την φρόντιζε
Μοναδική της επιθυμία να έχει ένα βιβλίο κοντά της και να μπορεί να ξεχνιέται καθώς μέσα από αυτό, έστω και προσωρινά, γινόταν κάποια άλλη
Εκείνος κάθε μέρα έβρισκε και από ένα καινούργιο και το τοποθετούσε δίπλα στο κρεβάτι της
Όμως αν και είχε φύγει πριν μια εβδομάδα
Δίσταζε να μετακινήσει τα βιβλία που ήταν δίπλα στο κρεβάτι 
Αν το έκανε θα ήξερε ότι δεν θα ξαναερχόταν
Η ησυχία του δωματίου διαταράχθηκε
Τα κλειδιά στην πόρτα ακούστηκαν και η πόρτα άνοιξε
Τον είδε να μπαίνει στο σπίτι και να κάθεται στον καναπέ, καθώς με αυτόν τον τρόπο ξεκούραζε το κορμί του από μια κουραστική μέρα
Όμως παρατήρησε ότι κάτι πλανιόταν στον αέρα
Υπήρχε η μυρωδιά από καινούργια βιβλία
Μυρίζει ακριβώς σα εκείνη.
Σκέφτηκε
Όμως η μυρωδιά ερχόταν από το γραφείο στην άλλη άκρη του δωματίου
Πλησιάζει
Απάνω στο γραφείο υπάρχει το τετράδιο με τις σημειώσεις της
Κάτι είχε προστεθεί και μάλιστα πρόσφατα
Άλλωστε το μελάνι ήταν νωπό
Το διαβάζει
Σοκάρεται
Εκείνη φεύγει καθώς τον βλέπει να σχηματίζεται στο πρόσωπο του ένα αχνό χαμόγελο
Σκέφτεται ότι εκεί που είναι θα έχει παρέα
Το χαρτί έγραφε την ημερομηνία του θανάτου της και από κάτω με μεγάλα γράμματα
ΝΑ ΜΕ ΘΥΜΑΣΑΙ…

Τρέλα

Δωμάτιο
Ένα δωμάτιο χωρίς παράθυρο
Ένα λευκό δωμάτιο 
Ένα δωμάτιο με μόνο μια λάμπα
Εσύ τρελός
Τρελός από χαρά
Ξέρεις
Ξέρεις ότι κανείς δεν νοιάζεται για ‘σενα
Κανείς
Ούτε εσύ ο ίδιος για τον εαυτό σου
Η καθημερινότητα σε τρέλανε
Η ρουτίνα
Και όμως εσύ τώρα γελάς 
Γελάς 
Που επιτέλους άλλαξε αυτό 
Γελάς που το επόμενο πρωί δεν θα ξυπνήσεις σε ένα δωμάτιο με χρώμα
Γελάς που τώρα είσαι φυλακισμένος στην προσωπική σου τρέλα
Κανείς δεν μπορεί να σου πει ψέματα
Κανείς δεν μπορεί να σου μιλήσει
Γιατί δεν θα ξαναδείς κανένα 
Ο μόνος φίλος σου η τρέλα
Αλλά δεν είσαι σίγουρος
Μπορεί και αυτή να ψεύδεται
Μπορεί και αυτή να σου πει κάποια στιγμή ότι είσαι καλά και εσύ να την πιστέψεις 
Μπορεί να προσπαθήσεις να αυτοκτονήσεις και αυτή να σε καταστήσει ανίκανο
Τρέλα
Ο φίλος και ο εχθρός σου
Η λάμπα που έκαιγε τόση ώρα έσβησε
Αυτή μόνο σου λέει αν έξω είναι πρωί ή βράδυ
Απόλυτο σκοτάδι
Ώρα για ύπνο
Αλλά εσύ τρελός
Μπορείς να κάνεις ότι θέλεις 
Όμως εσύ διαλέγεις να κοιμηθείς
Δεν ξέρεις ούτε και εσύ ο ίδιος γιατί
Άλλωστε αυτό δεν είναι η τρέλα;
Ένας τρελός να κάνει κάτι συνηθισμένο
Μάλλον τελικά μπορεί όλοι να κρύβουμε ένα τρελό μέσα μας ακόμα και αν δεν το ξέρουμε

Λίγο πριν το τέλος

Λίγο πριν το τέλος όλα θα είναι ήσυχα
Τα φύλλα των δέντρων δεν θα σαλεύουν πάνω στα ανοιξιάτικα κλαριά 
Τα πουλιά που μόλις έχουν επιστρέψει δεν θα αντέχουν να κελαηδήσουν από την καρδιά τους 
Όλα θα θρηνούν από την αρχή
Ξέροντας τι θα γίνει 
Ξέροντας ότι την επόμενη μέρα τίποτα δεν θα υπάρχει
Και έτσι όλη η φύση θρηνεί γιατί δεν θα μπορεί αργότερα 
Γιατί δεν θα υπάρχει επόμενη μέρα μετά την σημερινή 
Γιατί απλά θα υπάρχει το τέλος
Το τέλος των πάντων

Δαίμονες στα παράθυρα

Παράθυρα 
Η πόρτα στον las bas 
Η πόρτα των δαιμόνων
Η πόρτα που ενώνει τους δύο παράλληλους κόσμους
Μπορούμε μέσα από αυτά να βλέπουμε τα φλογερά τους μάτια χωρίς όμως να είναι ικανοί να μας πλησιάσουν
Μόνο μας τρομάζουν καθώς τους κοιτάμε 
Όπως το άγνωστο και το ανεξερεύνητο 
Όμως το άγνωστο δεν είναι πάντα βλαβερό
Εμείς νομίζουμε ότι είναι 
Επειδή δεν το έχουμε εξερευνήσει ακόμα 
Παρόλαυτα πρέπει να είμαστε επιφυλαχτκοί
Γιατί οι δαίμονες πάντα κρύβονται στα πιο σκοτεινά σημεία καθώς και στα πιο φωτεινά 






Las bas= Ο Άλλος Κόσμος στα Λατινικά

Ξανά,ξανά της Rainer Maria Rilke

Ξανά,ξανά κι ας ξέρουμε την φύση της αγάπης,
Και τον μικρό περίβολο της εκκλησίας, 
Με τα ονόματα που θρηνούν ,
Το τρομερό της αποσιώπησης φαράγγι,
Όπου οι άλλοι καταλήγουν:
Ξανά,ξανά δυο-δυο θα πάρουμε τον δρόμο, 
Κάτω από τα δέντρα γέρικα, 
Μες στα άνθη, 
Θα πλαγιάσουμε ξανά,
Απέναντι στα ουράνια 

Το χωμάτινο τσιγάρο


Βρέθηκα σε ένα σπίτι
Σε μια μεγάλη σάλα
Σε μια σάλα με κόσμο
Όλοι γελάγανε
Όλοι διασκεδάζανε
Είχα τα γενέθλια
Κι όμως εγώ ένιωθα κενή
Άδεια
Το έβλεπα
Το χαμόγελο τους
Το χαμόγελο τους δεν έφτανε στις άκρες των ματιών τους
Δεν ένοιωθαν πραγματική χαρά
Γελάγανε τυπικά
Για λόγους ευγένειας
Αυτό που απεχθανόμουνα
Αυτό που σιχαινόμουνα
Έτσι άρχισα να τρέχω
Να τρέχω για να ελευθερωθώ
Έψαχνα να βρω την έξοδο
Την έξοδο που με οδηγούσε στην προσωπική μου ελευθερία
Ήξερα ότι στα μάτια των άλλων φαινόμουνα τρελή
Ένα κορίτσι έντρομο που να διώχνει το πλήθος που στέκετε εμπόδιο στο πέρασμα της.
Έξοδος…Έξοδος…
Η λέξη που κατατρέχει το μυαλό μου
Πόρτα
Βρήκα μια πόρτα
Ελευθερία
Σπρώχνω την πόρτα
Σταματάω
Κοιτάζω ψηλά
Ουρανός
Σκοτεινός ουρανός, είχε βραδιάσει
Βρισκόμουν σε ένα μπαλκόνι που ήταν περιτριγυρισμένο από λουλούδια
Το βλέμμα μου έπεσε πάνω σε ένα αγόρι που καθόταν στην γωνία
Πρέπει να είχε την ίδια ηλικία με εμένα
Κάπνιζε
Μάλλον γι’ αυτό δεν τον είχα δει στην αίθουσα
Παρόλαυτα δεν τον ξάφνιασε η ξαφνική προέλευση μου
Αντίθετα
Ήταν σαν να με περίμενε
Πέταξε το τσιγάρο και με πλησίασε
Νόμιζα ότι θα με απωθούσε η μυρωδιά του τσιγάρου
Έκανα λάθος
Υπήρχε κάτι που είχε αναμειχθεί με την μυρωδιά του και έτσι ήταν σχεδόν ανύπαρκτο
Δεν ξέρω πως, αλλά έτσι απλά, αρχίσαμε να μιλάμε
Να μιλάμε για διάφορα θέματα
Όσο πέρναγε η ώρα τόσο πιο χαρά αισθανόμουνα
Την χαρά και την απόλαυση μιας ολοκληρωμένης συζήτησης
Άναψε και άλλο ένα τσιγάρο αλλά του έπεσε και έκαψε τον καρπό μου
Δεν με ενόχλησε ιδιαίτερα
Το άκουσμα του ονόματος μου με έκανε να καταλάβω ότι κάποιος με χρειαζότανε στην σάλα
Τον χαιρέτισα και πήγα να φύγω
Τότε θυμήθηκα ότι δεν ήξερα το όνομα του
Ξαναγύρισα να τον ρωτήσω
Είχε φύγει
Το μόνο που μαρτυρούσε ότι ήταν κάποτε εκεί, ήταν η μυρωδιά του τσιγάρου που πλανιόταν στον αέρα
Όταν τελείωσε η εκδήλωση
Βρήκα τον γηραιότερο υπάλληλο και του είπα για το αγόρι
Εκείνος μου είπε μια ιστορία
Όταν κάποτε ζούσε μια άλλη οικογένεια σε αυτό το σπίτι,
Το κορίτσι της οικογένειας είχε τα γενέθλια του
Όμως δεν ήθελε να καλέσει κόσμο
Οι γονείς της, την παράκουσαν και κάλεσαν όσο πιο πολύ κόσμο μπορούσαν
Την ημέρα της συγκέντρωσης και καθώς κατέβαινε από την σκάλα αισθάνθηκε ένα κόμπο στην καρδιά της
Δεν άντεχε να βλέπει την υποτιθέμενη χαρά που διακατείχε τον κόσμο
Άρχισε να τρέχει μακριά από την σάλα μέχρι που βρήκε μια πόρτα που οδηγούσε σε ένα μπαλκόνι
Εκεί είδε ένα αγόρι που κάπνιζε
Άρχισε να του μιλάει
Δεν την πείραξε που της ήταν άγνωστος
Ξαφνικά ακούστηκε ένας πυροβολισμός
Η σφαίρα είχε πετύχει το αγόρι κατάστηθα
Το τσιγάρο έπεσε από το χέρι του και έπεσε πάνω στον καρπό της κοπέλας και την έκαψε
Η κοπέλα σοκαρισμένη είχε σταθεί ακίνητη
Ο πόνος στο χέρι της δεν την ένοιαζε
Απλά στεκόταν εκεί μαρμαρωμένη
Μετά από λίγο ακούστηκε ένας δεύτερος πυροβολισμός
Χτύπησε την κοπέλα
Έτσι βρεθήκανε και οι δύο νεκροί στο πάτωμα
Κανένας ποτέ δεν έμαθε γιατί τους σκότωσαν
Όμως κάθε φορά που κάποιο κορίτσι κάνει κάποια εκδήλωση σε αυτό το σπίτι
Το αγόρι ξαναεμφανίζεται και κρατά συντροφιά σε όποιον τον έχει ανάγκη
Με τα τελευταία λόγια του υπαλλήλου, κατάλαβα τι ήταν η μυρωδιά μαζί με το τσιγάρο
Ήταν χώμα
Η μυρωδιά του χώματος είχε επικαλύψει το τσιγάρο
Ένα αεράκι φύσηξε
Φέρνοντας μου
Την μυρωδιά
Από το φρέσκο τσιγάρο