Άκουγε το όνομα της
Το δάσος την καλούσε
Την καλούσε κοντά του
Τα βήματα της την οδηγούσαν στην πόρτα του
Στην πόρτα που την ταξίδευε στις αναμνήσεις
Στις αναμνήσεις που την έκανε να νιώθει χαρά και άλλοτε θλίψη
Για λίγο κοίταξε προς τον ουρανό
Είχε σκοτεινιάσει και ας ήταν πρωί
Ήταν σίγουρη ότι θα ξέσπαγε καταιγίδα
Δεν την ένοιαξε
Προχώρησε μέσα στο δάσος
Ο αργός βηματισμός της μετατράπηκε σε ένα άγριο τρέξιμο
Ένα τρέξιμο για επιβίωση
Έπρεπε να φτάσει στην καρδιά του δάσους
Στο λιβάδι
Στο λιβάδι πριν να είναι αργά
Έπρεπε να τους χαιρετίσει προτού φύγουν
Πριν φύγουν για πάντα
Πριν τα πνεύματα τους φτάσουν στην Χώρα των Νεκρών
Έτρεχε με όλη της την δύναμη για να φτάσει
Τρέχει
Πέφτει
Σηκώνεται
Φτάνει
Φτάνει στο λιβάδι που ήταν γεμάτο από λουλούδια ακόμα και τώρα που ήταν Χειμώνας
Τα λουλούδια του Χειμώνα
Τα λουλούδια που είχαν φυτρώσει γύρω από τους τάφους και έκαναν συντροφιά σε αυτούς που είχαν φύγει
Προχώρησε ψάχνοντας με το βλέμμα της τα μνήματα
Δεν έπρεπε να τους βρει εκεί
Δεν έπρεπε να έχει αργήσει
Δεν ήθελε να έχει αργήσει
Λάθος
Είχε κάνει λάθος
Πίσω-πίσω βρισκόντουσαν τα ονόματα τους πάνω στα μνήματα
Δεν πρόλαβε
Δεν πρόλαβε να τους θρηνήσει
Δεν πρόλαβε να τους πει αντίο
Τα γόνατα της λύγισε και έπεσε κάτω
Δεν δάκρυσε
Ποτέ της δεν είχε δακρύσει
Νόμιζε αν φεύγανε αυτό θα την έκανε να δακρύσει και έτσι θα τους αποχαιρετούσε
Άρχισε να τραγουδά
Να τραγουδά νοιώθοντας τον λαιμό της στεγνό
Νιώθοντας θλίψη
Νιώθοντας πόνο
Έκλεισε τα μάτια και φαντάστηκε ότι την ακούγανε
Ξαφνικά ντράπηκε
Αυτό θα ένοιωθε αν ήταν εκείνοι εδώ και ας ήξερε ότι τους άρεσε να την ακούνε
Να την ακούνε να μιλάει από την καρδιά της
Από την ψυχή της
Όμως οι φίλοι της είχαν φύγει
Είχαν πεθάνει
Ο αέρας φύσηξε
Μερικά από τα λουλούδια του Χειμώνα άνθιζαν εκείνη τη στιγμή
Μαρία-Αλίκη Κουτσούκου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου